Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κίνησε πριν από μερικές ημέρες, στις 31 Ιανουαρίου 2025, τη διαδικασία παράβασης του ενωσιακού δικαίου στον ΦΠΑ κατά επτά (7) κρατών-μελών: Βέλγιο, Βουλγαρία, Ελλάδα, Ισπανία, Λιθουανία, Πορτογαλία και Ρουμανία. Η διαδικασία κινήθηκε γιατί οι χώρες αυτές δεν είχαν μεταφέρει, μέχρι την 31 Δεκεμβρίου 2024, στο εθνικό τους δίκαιο την Οδηγία ΦΠΑ 2022/542. Η οδηγία 2022/542 επιτρέπει την ευρύτερη χρήση μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα τρόφιμα, τα φαρμακευτικά και ιατρικά προϊόντα, τη μεταφορά επιβατών κ.ά. Την ίδια ημέρα, η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία παράβασης κατά οκτώ (8) κρατών-μελών Βουλγαρία, Ιρλανδία, Ελλάδα, Ισπανία, Κύπρος, Λιθουανία, Πορτογαλία και Ρουμανία, επειδή δεν μετέφεραν στο εθνικό τους δίκαιο την Οδηγία ΦΠΑ 2020/285. Η Οδηγία 2020/285 επιτρέπει στις μικρές επιχειρήσεις με ετήσιο τζίρο μέχρι 85.000 ευρώ να πωλούν αγαθά και υπηρεσίες χωρίς να εισπράττουν ΦΠΑ και ελαφρύνει τις υποχρεώσεις συμμόρφωσης που υπέχουν όσον αφορά τον ΦΠΑ.

Τα δύο αυτά γεγονότα φέρνουν στο προσκήνιο τη σημασία της νομοθετικής πτυχής του συστήματος ΦΠΑ, που προσδιορίζεται από τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης και ερμηνεύεται από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΔΕΕ). Τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και το ΔΕΕ, μέσω των εργασιών της η πρώτη και μέσω της νομολογίας του το δεύτερο, δίνουν κατευθυντήριες οδηγίες για την επιμέρους εφαρμογή του ΦΠΑ από τις φορολογικές διοικήσεις των ευρωπαϊκών χωρών. Αξίζει λοιπόν να δούμε ποιες είναι οι κατευθυντήριες οδηγίες που έδωσε το ΔΕΕ στις πιο ενδιαφέρουσες (από πρακτικής άποψης) αποφάσεις του, το 2024.

Η διαφορά στην υπόθεση C-606/22 Bydgoszcz προέκυψε από την απόρριψη αιτήματος επιστροφής ΦΠΑ από την πολωνική φορολογική αρχή. Η επιχείρηση ζήτησε την επιστροφή με το αιτιολογικό ότι είχε καταβάλει επιπλέον ποσό ΦΠΑ από το νόμιμο γιατί τιμολόγησε με εσφαλμένο συντελεστή ΦΠΑ. Η απόφαση του ΔΕΕ, που δημοσιεύτηκε την 22.3.2024, δεν αποδέχτηκε τον ισχυρισμό της πολωνικής αρχής, ότι δηλαδή δεν ήταν δυνατή η επιστροφή του φόρου επειδή η επιχείρηση προσκόμισε ταμειακές αποδείξεις και όχι τιμολόγια, και έκρινε ότι ο υποκείμενος στον φόρο που κακώς τιμολόγησε με εσφαλμένο συντελεστή ΦΠΑ δικαιούται να υποβάλει αίτηση επιστροφής προσκομίζοντας ταμειακές αποδείξεις. Τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης C-377/23, Sancra είναι ενδιαφέροντα. Ενας Πορτογάλος έμπορος πωλούσε μεταχειρισμένα μοτοποδήλατα με συντελεστή ΦΠΑ 0% αντί του κανονικού συντελεστή 23%. Η πορτογαλική φορολογική διοίκηση του καταλόγισε επιπλέον ποσό ΦΠΑ. Στη φορολογική διαφορά που ανέκυψε μεταξύ φορολογουμένου και διοίκησης, τέθηκε το εξής ερώτημα στο ΔΕΕ: το ποσό της τιμής πώλησης που αναγράφεται στο παραστατικό πώλησης θεωρείται πάντα ότι περιλαμβάνει τον αναλoγούντα ΦΠΑ; Η απάντηση του ΔΕΕ της 5.2.2024 ήταν θετική, δηλαδή το ποσό που τιμολογείται συμπεριλαμβάνει τον αναλογούντα ΦΠΑ.

Τρεις αποφάσεις σε σχέση με την άσκηση του δικαιώματος έκπτωσης έχουν πρακτικό ενδιαφέρον. Στο ερώτημα, αν, σε εταιρεία που αποκτά αγαθό του οποίου στη συνεχεία παραχωρεί τη χρήση άνευ ανταλλάγματος σε υπεργολάβο εταιρεία, προκειμένου αυτός να εκτελέσει εργασίες προς όφελος της εν λόγω εταιρείας, αναγνωρίζεται έκπτωση ΦΠΑ που αφορά την απόκτηση του αγαθού αυτού, η απάντηση του ΔΕΕ είναι ότι αναγνωρίζεται δικαίωμα έκπτωσης (C-475/23 Voestalpine Giesserei Linz, 4.10.2024). Η φορολογική αρχή μπορεί να αρνηθεί την άσκηση του δικαιώματος έκπτωσης σε έμπορο που συμμετέχει σε «αλυσιδωτή» απάτη ΦΠΑ, μόνον εφόσον αποδείξει ότι ο εν λόγω έμπορος μετείχε ενεργά στην απάτη, ότι δηλαδή διέπραξε δόλιες ενέργειες (C-537/22, Global Ink Trade, 11.1.2024).

Στην τρίτη απόφαση C-341/22, Feudi di San Gregorio Aziende Agricole SpA, 7.3.2024, το ΔΕΕ έκρινε ότι κάθε άρνηση της φορολογικής αρχής σε εταιρεία να ασκήσει το δικαίωμα έκπτωσης μόνο με το αιτιολογικό ότι η εταιρεία αυτή είναι ανενεργή βάσει φορολογικού τεκμηρίου αντίκειται στην Οδηγία ΦΠΑ. Η διαφορά προέκυψε από την αμφισβήτηση του τεκμηρίου της ιταλικής φορολογικής νομοθεσίας ότι εταιρεία που έχει κύκλο εργασιών ο οποίος υπολείπεται ενός κατώτατου ορίου που ορίζεται από την ιταλική νομοθεσία τεκμαίρεται ως ανενεργή και γι’ αυτόν τον λόγο αποστερείται του δικαιώματος έκπτωσης.

Στις 29.2.2024 και στην απόφαση C-676/22, B2Energy, το Δικαστήριο μας θύμισε τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την ενδοκοινοτική απαλλαγή ΦΠΑ, δηλαδή για την απαλλαγή από τον ΦΠΑ των συναλλαγών μεταξύ εμπόρων εγκατεστημένων στις χώρες της Ευρωπαϊκής ‘Ενωσης. Έτσι, ορθά η τσεχική φορολογική διοίκηση δεν χορήγησε απαλλαγή στην εταιρεία B2 Energy που πραγματοποίησε παραδόσεις κραμβελαίου στην Πολωνία, επειδή δεν απέδειξε ότι οι παραλήπτες του κραμβελαίου ήταν πρόσωπα εγγεγραμμένα σε φορολογικό μητρώο ΦΠΑ. Η ενδοκοινοτική απαλλαγή ΦΠΑ χορηγείται μόνο εάν και εφόσον ο έμπορος που παραδίδει εμπορεύματα αποδεικνύει ότι ο παραλήπτης τους είναι υποκείμενος στον ΦΠΑ.

Η φόρτιση των ηλεκτρικών οχημάτων απασχόλησε στην υπόθεση C-60/23. Η απόφαση Digital Charging Solutions της 17.10.2024 καθόρισε ότι η χρέωση ηλεκτρικής ενέργειας για ηλεκτρικά οχήματα σε δημόσια σημεία φόρτισης πληροί τις προϋποθέσεις για την επιβολή ΦΠΑ.

Τέλος, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε δύο αποφάσεις του έδωσε διευκρινίσεις σε δύο θέματα που απασχολούν τακτικά τον εφαρμοστή ΦΠΑ: α) η στοιχειοθέτηση της μόνιμης εγκατάστασης μιας εταιρείας και β) τι νοείται με τον όρο «κουπόνια».

Στην απόφαση C-533/22, Adient της 13.6.2024 διευκρινίστηκε ότι μόνο η ύπαρξη αποθηκευτικών χώρων εμπορευμάτων δεν είναι ικανή και αρκετή προϋπόθεση για τη στοιχειοθέτηση μόνιμης εγκατάστασης. Μια εταιρεία προκειμένου να έχει μόνιμη εγκατάσταση, δηλαδή να έχει έδρα σε κάποια χώρα προκειμένου να υπάγεται στον ΦΠΑ στη χώρα αυτή, χρειάζεται να διαθέτει στην εν λόγω χώρα υποδομές ικανές σε ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους, που καθιστούν δυνατή την πραγματοποίηση των δικών της λειτουργιών με αυτοτέλεια – και οι αποθήκες δεν είναι τέτοιες.

Τέλος, στην απόφαση C-68/23 Finanzamt O της 19.4.2024 διευκρινίστηκε ο όρος «κουπόνια» σε μια σύγχρονη εκδοχή του. Η διάθεση στην αγορά προπληρωμένων ψηφιακών καρτών ή κωδικών ηλεκτρονικών κουπονιών για την αγορά ψηφιακού περιεχομένου σε ηλεκτρονικό κατάστημα είναι κουπόνια παροχής υπηρεσιών στα οποία επιβάλλεται ΦΠΑ. Θεοδώρα Λαζαρέτου, ΕφΣυν 22.2.25